μαστοκυττάρωση

μαστοκυττάρωση
Ασθένεια, η οποία χαρακτηρίζεται από την παρουσία υπερβολικού αριθμού μαστοκυττάρων σε διάφορα όργανα και ιστούς του οργανισμού. Η μ. συναντάται σε τρεις μορφές, στο μαστοκυττάρωμα, στη μελαγχρωστική κνίδωση και στη συστηματική μ. Το μαστοκυττάρωμα, είναι ένας καλοήθης όγκος του δέρματος, συχνός στην παιδική ηλικία, το οποίο θεραπεύεται μόνο του. Η μελαγχρωστική κνίδωση συνίσταται από μικρές συγκεντρώσεις μαστοκυττάρων στο δέρμα, που εκδηλώνονται ως καφέ κηλίδες· και αυτή η μορφή μ. βελτιώνεται με την εφηβεία. Η συστηματική μ., τέλος, περιλαμβάνει τη συσσώρευση μαστοκυττάρων σε διάφορες θέσεις του οργανισμού, όπως στο δέρμα, στους λεμφαδένες, στο συκώτι, στον σπλήνα, στον γαστρεντερικό σωλήνα και στα οστά· πολλοί ασθενείς υποφέρουν από πεπτικά έλκη, λόγω της υπερέκκρισης του στομαχικού υγρού που προκαλείται από την ισταμίνη. Η τελευταία μορφή είναι η πιο σοβαρή, για τη θεραπεία της οποίας χορηγούνται διάφορα φάρμακα, όπως αντι-ισταμινικά, που ανακουφίζουν τα συμπτώματα, ενώ δεν υπάρχει καμία θεραπεία που να μειώνει τον αριθμό των μαστοκυττάρων στους ιστούς. Οι δερματικές αυτές αλλοιώσεις προκαλούν κνησμό, λόγω της υπερβολικής απελευθέρωσης ισταμίνης από τα μαστοκύτταρα, ενώ η αιτία τους είναι άγνωστη.
* * *
η
ιατρ. δερματοπάθεια που χαρακτηρίζεται από υπερπλασία τών μαστοκυττάρων τού χορίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”